COVID-19 σε παιδί ηλικίας 14 ετών

Στην Παιδιατρική Metropolitan Hospital αντιμετωπίστηκε πρόσφατα με επιτυχία περιστατικό ανθεκτικού πολυσυστηματικού υπερφλεγμονώδους συνδρόμου (MIS-C) σε αγόρι ηλικίας 14 ετών, 25 ημέρες μετά από ελαφρά COVID-19 (ανοσμία και αγευσία μόνον), με υψηλό πυρετό, έντονο κοιλιακό άλγος, διαρροϊκές κενώσεις και μυοκαρδίτιδα, με εξαιρετικά παθολογικές και απολύτως συμβατές εργαστηριακές παραμέτρους.

Αντιμετωπίστηκε με τη χορήγηση γ-σφαιρίνης (2g/kg βάρους σώματος), ώσεις μεθυλπρεδνιζολόνης η οποία ακολούθως χορηγήθηκε σε χαμηλότερη δόση και εν συνεχεία, λόγω επιμονής του πυρετού και των παθολογικών εργαστηριακών παραμέτρων χορηγήθηκε και ο ανοσοτροποποιητικός παράγων Anakinra, με τον οποίο επιτεύχθηκε η ύφεση των συμπτωμάτων του ασθενούς. Η έκβαση ήταν ικανοποιητική και το παιδί εξήλθε του Θεραπευτηρίου μετά από 17 ημέρες νοσηλείας, ενώ θα εξακολουθήσει να παρακολουθείται από την Παιδιατρική Κλινική για όσο χρειαστεί, ιδιαίτερα όσον αφορά στη συμμετοχή του καρδιαγγειακού συστήματος.

Τα παιδιά με σχετιζόμενο με την COVID-19 πολυσυστηματικό υπερφλεγμονώδες σύνδρομο (MIS-C) συνήθως εμφανίζουν shock, καρδιακές αρρυθμίες, περικαρδιακή συλλογή και διάταση/ανεύρυσμα των στεφανιαίων αρτηριών. Η κλινική εικόνα συχνά προσομοιάζει με αυτήν της νόσου Kawasaki, άλλοτε όμως παρουσιάζεται με βαριά συμπτωματολογία, με χαρακτηριστικό τον πυρετό διάρκειας άνω των 3-5 ημερών και με τη συμμετοχή διαφόρων συστημάτων (γαστρεντερικό, κυκλοφορικό, δέρμα, αίμα, σπανιότερα αναπνευστικό). Η νόσος εκδηλώνεται κατά κανόνα 4 εβδομάδες μετά την COVID-19. Χαρακτηριστικά εργαστηριακά ευρήματα της νόσου είναι οι ιδιαίτερα αυξημένοι δείκτες φλεγμονής (προκαλσιτονίνη, CRP, pro-BNP, φερριτίνη, d-dimers), η λεμφοπενία, η υπερτρανσαμινασαιμία και η θρομβοκυττοπενία.

Σε σύγκριση με τους ενήλικες, ο θάνατος σε παιδιά με πολυσυστηματικό υπερφλεγμονώδες σύνδρομο είναι ασυνήθιστος παρά τους σημαντικά αυξημένους δείκτες φλεγμονής και τη συμμετοχή πολλών συστημάτων. Οι περισσότεροι ανήλικοι ασθενείς λαμβάνουν ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη, η οποία σπάνια χορηγείται σε ενήλικες. Το εάν αυτή ή άλλες θεραπείες που εφαρμόζονται επηρεάζουν τη θνητότητα, μένει να μελετηθεί και καθοριστεί.